- ὑπομνήμασιν
- ὑπόμνημαreminderneut dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
памѧтьникъ — ПАМѦТЬНИК|Ъ (3*), А с. 1.Письменное свидетельство: ѥгда въ времѧ стр(с)ти и бывшемѹ трѹсѹ въ мнозѣхъ бо ѡбрѣтениихъ быша Ѥлиньстии памѧтници. (ὑπομνήμασιν) ГА XIV1, 140а. 2. Тот, кто помнит: помѧни г҃и блѹдьнаго содомлѧнина горъдаго бѹ˫аго… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
πίνος — ο, ΝΜΑ 1. (για ένδυμα ή για τρίχωμα ανθρώπων ή ζώων, κυρίως τών προβάτων) λιπώδης ακαθαρσία, λέρα, λίγδα 2. η οξείδωση τών χαλκών ανδριάντων, ο ιός που σχηματίζεται στα μέταλλα («ἐθαύμαζε δὲ τοῡ χαλκοῡ τὸ ἀνθηρόν, ὡς οὐ πίνῳ προσεοικός», Πλούτ.)… … Dictionary of Greek